- +30 212 1049519
- optimaldermatology@gmail.com
- Λεωφ. Πεντέλης 49, Βριλήσσια 152 35
Η θεραπεία πεδίου είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται στη δερματολογία για θεραπείες που στοχεύουν εκτεταμένες περιοχές του δέρματος. Συνήθως αφορούν σε θεραπείες για βλάβες που σχετίζονται με την έκθεση στον ήλιο, όπως είναι οι προκαρκινικές ή καρκινικές βλάβες, για παράδειγμα οι ακτινικές υπερκερατώσεις.
Η θεραπεία πεδίου εφαρμόζεται σε μία πιο ευρεία περιοχή του προσβεβλημένου δέρματος και όχι τοπικά στις μεμονωμένες βλάβες, εξασφαλίζοντας καλύτερο αποτέλεσμα και προλαμβάνει την επανεμφάνιση των βλαβών.
Η PDT χρησιμοποιείται μεταξύ άλλων για τη θεραπεία προκαρκινικών βλαβών στο δέρμα, όπως είναι οι ακτινικές κερατώσεις. Επιλέγεται επίσης για την αντιμετώπιση μικρών, χαμηλού κινδύνου κακοήθειας βασικοκυτταρικών καρκινικών αλλοιώσεων, καθώς και σε περιπτώσεις πολύ πρώιμων μορφών καρκίνου των πλακωδών κυττάρων (γνωστού ως καρκίνωμα των πλακωδών κυττάρων in situ ή νόσος Bowen).
Σε αυτήν την περίπτωση, η φωτοδυναμική θεραπεία συνδυάζεται με μία δραστική ουσία σε μορφή τζελ ή υγρού που εφαρμόζεται τοπικά στο δέρμα στα σημεία των βλαβών ευαισθητοποιώντας τα καρκινικά κύτταρα. Στη συνέχεια, με την έκθεση στην εξειδικευμένη πηγή φωτός, τα κύτταρα αυτά εξουδετερώνονται.
Στις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες της PDT περιλαμβάνονται η ερυθρότητα και το οίδημα στις περιοχές εφαρμογής. Η θεραπεία μπορεί να ευαισθητοποιήσει παροδικά το δέρμα κατά την έκθεση στον ήλιο, οπότε είναι σημαντική η προσεκτική προφύλαξη για την αποφυγή εγκαυμάτων.
Όταν χρησιμοποιείται ως θεραπεία πεδίου, η χημειοθεραπεία χορηγείται τοπικά (σε μορφή κρέμας ή αλοιφής) προκειμένου να εξουδετερώσει τα καρκινικά κύτταρα στο δέρμα. Χάρη στον τρόπο της χορήγησής της, η τοπική χημειοθεραπεία δεν προκαλεί γενικευμένες ανεπιθύμητες ενέργειες στον οργανισμό παρά μόνο πιθανές τοπικές αντιδράσεις, οι οποίες είναι παροδικές.
Ανάλογα με το είδος της βλάβης, ο δερματολόγος μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε διαφορετικές συνθέσεις και τύπους τοπικής χημειοθεραπείας, όπως είναι η 5-φθοροουρακίλη (5-FU), ουσία που χρησιμοποιείται συχνότερα για τη θεραπεία των ακτινικών κερατώσεων, καθώς και ορισμένων βασικοκυτταρικών και πλακωδών καρκίνων του δέρματος.
Η θεραπεία είναι τοπική, που σημαίνει ότι εξουδετερώνει τα καρκινικά ή προκαρκινικά κύτταρα στην επιφάνεια του δέρματος, χωρίς να μπορεί να διεισδύσει σε βαθύτερα στρώματα. Στις συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες της θεραπείας συγκαταλέγονται ο ερεθισμός και η ευαισθητοποίηση του δέρματος στο ηλιακό φως, οπότε οι θεραπευόμενες περιοχές πρέπει να προστατεύονται για λίγες εβδομάδες μετά τη θεραπεία με ισχυρή αντηλιακή προστασία και να αποφεύγεται ο ήλιος προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν ηλιακό έγκαυμα.
Άλλα είδη τοπικής χημειοθεραπείας είναι η τιρμπανιμπουλίνη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία ακτινικών υπερκερατώσεων στο πρόσωπο ή το τριχωτό της κεφαλής. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες αυτού του φαρμάκου περιλαμβάνουν κνησμό ή πόνο στην περιοχή θεραπείας, ενώ λιγότερο συχνά μπορεί να προκαλέσει έντονη τοπική δερματική αντίδραση.
Στις τοπικές χημειοθεραπείες ανήκει επίσης η δικλοφενάκη, ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ) που χρησιμοποιείται επίσης φορές για τη θεραπεία των ακτινικών υπερκερατώσεων. Πρόκειται για μια πιο ήπια μορφή θεραπείας, με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες αλλά που απαιτεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα εφαρμογής προκειμένου να δράσει.
Τροποποιητές της ανοσολογικής απόκρισης
Πρόκειται για μία άλλη κατηγορία φαρμάκων που έχουν την ιδιότητα να ενισχύουν την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού κατά του καρκίνου, προκαλώντας τη συρρίκνωση και την υποχώρηση των καρκινικών κυττάρων. Το Imiquimod ανήκει σε αυτή την κατηγορία και είναι σε μορφή κρέμας που μπορεί να εφαρμοστεί σε ακτινικές υπερκερατώσεις και σε ορισμένους πολύ πρώιμους βασικοκυτταρικούς καρκίνους. Η θεραπεία απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα εφαρμογής και μπορεί να προκαλέσει σοβαρές δερματικές αντιδράσεις σε ορισμένους ανθρώπους ή συμπτώματα που μοιάζουν με γριππώδες σύνδρομο.
Η θεραπεία βασίζεται στην ιδιότητα ορισμένων χημικών ουσιών, όπως για παράδειγμα του τριχλωροξικού οξέος (TCA), να εξουδετερώνουν τα κύτταρα με τα οποία έρχονται σε επαφή. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σχετικά ήπιες, με ερυθρότητα και απολέπιση του δέρματος μετά τη θεραπεία. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να επιλεγεί για τη θεραπεία της ακτινικής υπερκεράτωσης.
Η κρυοθεραπεία δρα με παρόμοιο τρόπο με τη χημική απολέπιση, μόνο που στην περίπτωση αυτήν τα κύτταρα νεκρώνονται εξαιτίας της δράσης της ακραία χαμηλής θερμοκρασίας. Η θεραπεία επιλέγεται συχνότερα για προκαρκινικές δερματικές παθήσεις όπως η ακτινική υπερκεράτωση, ενώ μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για πλακώδες καρκίνωμα in situ (νόσος Bowen) ή για μικρά βασικοκυτταρικά και πλακώδη καρκινώματα.
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, στην υπό θεραπεία περιοχή προκαλείται οίδημα και συμπτώματα που θυμίζουν έγκαυμα, ενώ είναι πιθανή η δημιουργία ουλής και αποχρωματισμού του δέρματος τοπικά.
Πρόκειται για μια επεμβατική θεραπεία πεδίου που χρησιμοποιώντας δέσμη φωτός λέιζερ καταστρέφει τα ανώτερα στρώματα του δέρματος, μαζί και τα προκαρκινικά ή καρκινικά κύτταρα. Δεν ανήκει στις συνήθειες επιλογές καθώς δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή δεδομένα για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας αυτής.